Αριστοτέλης: Σχετικά με την εγκύκλιο για ορισμό υπεύθυνου εκπαιδευτικού σχολικού εκφοβισμού – Οι εκπαιδευτικοί, τα παιδιά και οι οικογένειές τους ακόμα μια φορά εκτεθιμένοι και αβοήθητοι από το ΥΠΑΙΘΑ (& δήλωση επιφύλαξης ορισμού)

Αριστοτέλης: Σχετικά με την εγκύκλιο για ορισμό υπεύθυνου εκπαιδευτικού σχολικού εκφοβισμού – Οι εκπαιδευτικοί, τα παιδιά και οι οικογένειές τους ακόμα μια φορά εκτεθιμένοι και αβοήθητοι από το ΥΠΑΙΘΑ (& δήλωση επιφύλαξης ορισμού)

10-3-2024

Καλούμε τους συναδέλφους/ισσες να μην βιαστούν να αναλάβουν υπέυθυνοι σύμφωνα με την εγκύκλιο, να γίνει οπωσδήποτε σύλλογος διδασκόντων σχετικά με την εγκύκλιο και να διαβαστεί η ανακοίνωση του σωματείου για ενημέρωση όλων. Στέλνουμε άμεσα σχέδιο πρακτικού συλλόγου διδασκόντων σχετικά με το ζήτημα.

 

Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,

 

Το Υπουργείο Παιδείας με τον νόμο 5029/2023 (τεύχος Α’, αρ. φύλλου 55) με τίτλο «Ζούμε Αρμονικά Μαζί - Σπάμε τη Σιωπή» έχει αποφασίσει τη λειτουργία μιας πλατφόρμας για την αναφορά περιστατικών σχολικού εκφοβισμού, στην οποία θα έχουν πρόσβαση γονείς και μαθητές, με σκοπό την πρόληψη και η αντιμετώπιση της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στη βάση, όπως ισχυρίζεται, της ενίσχυσης των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Την Παρασκευή, ημέρας απεργίας, έφτασε κατεπείγον μήνυμα από τη Διεύθυνση που ζητά από τους/τις διευθυντές/τριες των σχολείων να ορίσουν τους αποδέκτες των αναφορών και τα μέλη των ομάδων δράσης έως και την Τρίτη 12-03-2023, οι οποίοι σε επίπεδο σχολικής μονάδας είναι ο Διευθυντής/τρια και ένας εκπαιδευτικός που ορίζεται από τον ίδιο. Ουδείς αντιλαμβάνεται την ξαφνική βιάση του Υπουργείου για ένα θέμα τόσο σοβαρό που θα έχει τεράστιες επιπτώσεις στη σχολική ζωή και στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς.

Το ζήτημα του εκφοβισμού και της νεανικής βίας είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό, σύνθετο και πολυπαραγοντικό ζήτημα με πολλές διαστάσεις, οι οποίες είναι αδύνατον να καλυφθούν στο σύνολό τους στο πλαίσιο μιας ανακοίνωσης. Θα επιχειρήσουμε εδώ να βάλουμε επιγραμματικά ορισμένες από τις προβληματικές που ανακύπτουν.

  • Η βία μεταξύ των παιδιών είναι αντανάκλαση όλων των προβλημάτων μιας κοινωνίας εξαντλημένης από την παρατεταμένη οικονομική κρίση και τα τραύματα του εγκλεισμού την περίοδο της πανδημίας. Η φτώχεια, τα εξαντλητικά ωράρια εργασίας γονέων, η ανεργία, η αδυναμία οικογενειακού προγραμματισμού λόγω οικονομικών δυσκολιών, η απουσία ελεύθερου  και ποιοτικού χρόνου με τα παιδιά, η έλλειψη  ελεύθερων και ασφαλών χώρων παιχνιδιού και ψυχαγωγίας εκτός σπιτιού, η κατάρρευση κοινωνικών δομών ψυχικής υγείας και συμβουλευτικής, ο ρόλος του διαδικτύου και η βαθιά επίδραση του στον σχηματισμό της υποκειμενικότητας είναι μερικές από τις γενεσιουργές αιτίες του φαινομένου αυτού.
  • Από την άλλη η ύπαρξη ενός εκπαιδευτικού συστήματος σταθερά υποχρηματοδοτούμενου που αφήνεται να ρημάξει με άθλιες και συχνά επικίνδυνες κτιριακές υποδομές,  με περιεχόμενο που εξορίζει τη χαρά, τον διάλογο και τη δημιουργία, που αποθεώνει την εξετασιομανία, το κυνήγι της ύλης και τη βαθμοθηρία έρχεται να λειτουργήσει από την πλευρά του επιβαρυντικά στην ψυχοσύνθεση των παιδιών και άρα στις συμπεριφορές τους.

Το Υπουργείο παρακάμπτοντας όλα αυτά, νίπτει τας χείρας τους και με προσχηματικό αλλά βαθιά επικίνδυνο τρόπο έρχεται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ακολουθώντας τη συνήθη πρακτική του που δεν είναι άλλη από τη θεσμοθέτηση πανοπτικών διαδικασιών ελέγχου που ενισχύουν την καχυποψία και τη ρουφιανιά. Παράλληλα, δεν παραλείπει τη θεσμοθέτηση αξιολογικών σχέσεων σε πολλαπλά επίπεδα ιεραρχίας, με στόχο να εντοπίσει τον έναν και μοναδικό ένοχο: τον εκπαιδευτικό.

 

Ας δούμε συνοπτικά τι επιχειρεί και τι προβλέπει αυτός ο νόμος:

1.         Επιχειρεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα της ενδοσχολικής βίας με τρόπο αδιάκριτο για τις δύο βαθμίδες της εκπαίδευσης, ενώ το σύνολο των σχετικών επιστημονικών μελετών διαφοροποιούν τα χαρακτηριστικά και τους τρόπους έκφρασης της ενδοσχολικής βίας στις διαφορετικές ηλικιακές ομάδες

2.         Ορίζει ως ενδοσχολική βία «κάθε μορφή σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής, συναισθηματικής, κοινωνικής, ρατσιστικής, σεξουαλικής, ηλεκτρονικής, διαδικτυακής ή άλλης βίας και παραβατικής συμπεριφοράς, που πλήττει τη σχολική κοινότητα και διαταράσσει την εκπαιδευτική διαδικασία». Από τον ορισμό καθίσταται φανερό ότι η λεγόμενη ενδοσχολική βία είναι ένα φαινόμενο που ούτε παράγεται ούτε εκδηλώνεται κατ’ αποκλειστικότητα στον σχολικό χώρο. Πρόκειται για ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που αφορά το σύνολο της κοινωνικής ζωής των μαθητών/τριών, μέρος της οποίας είναι το σχολείο.

3.         Επιχειρεί να μετατρέψει το σχολείο σε πρωτοβάθμια κοινωνική υπηρεσία, αφού είναι γνωστό ότι στη χώρα οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι ελάχιστες και υποστελεχωμένες. Με δεδομένη την πρακτική της κυβέρνησης να εξαφανίσει ό,τι έχει απομείνει από το κοινωνικό κράτος, είναι φανερό ότι προσπαθεί από τη μια να κάνει μια παρέμβαση- μπάλωμα, προκειμένου να δείξει στην κοινή γνώμη το προσχηματικό της ενδιαφέρον για το ζήτημα της νεανικής βίας και ταυτόχρονα να μεταφέρει όλη την ευθύνη του χειρισμού και της αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος στις πλάτες των σχολείων. Στα σχολεία που ούτε την αποστολή, ούτε τη γνώση, ούτε την αρμοδιότητα, ούτε το απαραίτητο προσωπικό έχουν για να λειτουργήσουν ως κοινωνική υπηρεσία.

4.         Θεσμοθετεί μια διαδικασία αναφοράς (sic), δηλαδή καταγγελίας περιστατικών βίας. Το πρώτο που αναρωτιέται κανείς, είναι γιατί χρειάζεται μια τέτοια διαδικασία. Πώς αυτή η ίδια η διαδικασία θα εξυπηρετήσει τον εκπεφρασμένο στόχο του Υπουργείου που είναι, όπως λέει, η ενίσχυση των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας. Πώς μια διαδικασία καταγγελιών και blame game ενισχύει την εμπιστοσύνη και από πότε έχει διαρρηχθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών;

5.         Η ίδια η διαδικασία της αναφοράς είναι ενδεικτική της στόχευσης του Υπουργείου. Η αναφορά που υποβάλλεται στην πλατφόρμα καταχωρίζεται στη βάση δεδομένων της και αποστέλλεται άμεσα στη σχολική μονάδα, προκειμένου οι υπεύθυνοι αντιμετώπισης των φαινομένων σχολικού εκφοβισμού να διερευνήσουν τα περιστατικά και να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα αντιμετώπισης. Ταυτόχρονα, η αναφορά κοινοποιείται μέσω του πληροφοριακού συστήματος, στον Διευθυντή Εκπαίδευσης και τα μέλη της ομάδας δράσης, καθώς και στην αρμόδια Διεύθυνση Εκπαίδευσης για την ενημέρωσή τους και για την παρακολούθηση της αντιμετώπισης των αναφορών στις σχολικές μονάδες της αρμοδιότητάς τους. Οι αναφορές τηρούνται για χρονικό διάστημα μέχρι είκοσι πέντε (25) έτη. Ούτε η ΚΥΠ στα καλύτερά της!!!

6.         Θεσμοθετεί σε επίπεδο σχολικής μονάδας μια επιτροπή αποτελούμενη από τον Διευθυντή και έναν εκπαιδευτικό, η οποία θα υποδέχεται, θα διερευνά και θα αντιμετωπίζει τις καταγγελίες, με δική της ευθύνη!!! Ο χειρισμός, αναφέρεται, λαμβάνει υπόψη κατά προτεραιότητα τις αναφορές για σοβαρές αντικοινωνικές και παραβατικές συμπεριφορές που πλήττουν μαθητές και διαταράσσουν την εκπαίδευση. Καταρχήν, από ποιον και ποιες ακριβώς είναι οι συμπεριφορές που ορίζονται ως σοβαρά αντικοινωνικές και παραβατικές; Πώς γίνεται ο χειρισμός τους; Στον νόμο φυσικά δεν περιγράφεται κανένα πρωτόκολλο διαχείρισης. Πώς δηλαδή η σχολική μονάδα θα διερευνά, αν ένα περιστατικό ευσταθεί ή όχι; Πώς θα τεκμηριώνει την «έρευνά» της και την κρίση της; Ποιες ευθύνες θα έχει για την κρίση της σχετικά με μια καταγγελία; Ποιες αρμοδιότητες έχει για να παρέμβει και σε ποιο επίπεδο πρέπει να γίνεται η παρέμβαση; Με ποιες υπηρεσίες πρέπει και πώς να συνεργαστεί; Τι κάνει όταν τα καταγγελλόμενα δεν αφορούν περιστατικά που διεξάγονται εντός της σχολικής μονάδας; Τι κάνει όταν οι καταγγελίες θα αφορούν συναδέλφους τους; Είναι μάλιστα προφανές ότι στην περίπτωση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης οι καταγγελίες από τους γονείς θα αφορούν κατά κύριο λόγο τους εκπαιδευτικούς. Τίποτα από αυτά φυσικά δεν περιγράφεται και δεν ορίζεται από τον νόμο!

7.         Ορίζονται όμως με σαφήνεια οι υποχρεώσεις της διμελούς αυτής επιτροπής, η οποία οφείλει να ενημερώνει και να υποστηρίζει την εκπαιδευτική κοινότητα σε θέματα σχολικού εκφοβισμού (πώς;), να υλοποιεί εκπαιδευτικές δράσεις και προγράμματα, καθώς και συναντήσεις και εκδηλώσεις ευαισθητοποίησης (πώς και σε ποιον εργασιακό χρόνο;), συνεπικουρείται από όλο το έμψυχο δυναμικό που δύναται να διατεθεί προς υποστήριξη της σχολικής μονάδας (Ε.Δ.Υ.) ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς (ασχολίαστο) και φυσικά να επιμορφώνεται σε περιοδική βάση από το ΙΕΠ (αλίμονο, έχουμε και ΕΣΠΑ) και φυσικά να έχει  άμεση και διαρκή επικοινωνία με την ανώτερη σε ιεραρχία τετραμελή ομάδα.

8.         Ορίζεται λοιπόν σε κάθε Διεύθυνση Εκπαίδευσης μια τετραμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον Διευθυντή Εκπαίδευσης, έναν Σύμβουλο Εκπαίδευσης, έναν ψυχολόγο και έναν κοινωνικό λειτουργό της  σχολικής μονάδας ή του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.  Οι επιτροπές αυτές βλέπουν όλες τις αναφορές και υποστηρίζουν θεωρητικά τη σχολική μονάδα. Όμως ο ρόλος τους είναι κυρίως η εποπτεία της σχολικής μονάδας σχετικά με τον χειρισμό των υποθέσεων ιδίως, αν παρατηρείται καθυστέρηση στον χειρισμό και την αντιμετώπιση σοβαρών περιστατικών  και φυσικά η σύνταξη ετήσιας εκθέσης για τον τρόπο που η κάθε σχολική μονάδα αντιμετώπισε τα αναφερόμενα περιστατικά. Οι εκθέσει αυές υποβάλλονται στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης και τον Προϊστάμενο του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.. Ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης με τη σειρά του ενημερώνει για τα θέματα αυτά, εντός τριμήνου από τη λήξη κάθε σχολικού έτους, τον Γενικό Γραμματέα Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Είναι προφανές ότι πρόκειται για μια ακόμη ελεγκτική και αξιολογική διαδικασία για τη σχολική μονάδα. Τι θεωρεί όμως αυτή η επιτροπή ως θετική και αποτελεσματική αντιμετώπιση; Τι θα γίνεται αν η τετραμελής εκφέρει αρνητική κρίση για τους χειρισμούς του σχολείου; Κενό!

 

Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,

 

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το Υπουργείο εντοπίζει το πρόβλημα στην αντιμετώπιση του φαινομένου του εκφοβισμού στην μέχρι τώρα έλλειψη ενός συμπεριληπτικού χώρου καταγγελιών, γι’ αυτό και προτείνει ως λύση τη σχετική πλατφόρμα, στην οποία πρόσβαση έχει όλη η ιεραρχία για να ασκεί πανοπτικό έλεγχο. Πίσω από αυτό υποκρύπτεται η βασική παραδοχή, ότι δηλαδή εξ’ ορισμού το παιδί δεν αισθάνεται ότι το σχολείο είναι χώρος εμπιστοσύνης για να απευθυνθεί και να δηλώσει τι του συμβαίνει. Οπότε με βάση αυτή την αυθαίρετη και γενικευτική παραδοχή (που ενίοτε μπορεί να ισχύει) το υπουργείο επιλέγει να μην δημιουργήσει όρους και προϋποθέσεις ενίσχυσης της εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα σπρώχνει μαθητές και γονείς στις αστυνομικού τύπου καταγγελίες.

Η επιλογή αυτή δίνει πολλαπλά μηνύματα στην κοινωνία και νομιμοποιεί τον κοινωνικό αυτοματισμό, τον κανιβαλισμό και κάθε χαρακτηριστικό  που υποτίθεται ότι επιχειρεί να καταπολεμήσει πχ ρατσισμό, μιας και θέτει ελεγκτές, επιβλέποντες και αξιολογητές των περιστατικών, όργανα που δεν έχουν σχέση με το σχολείο. Ενισχύει με άλλα λόγια τη λογική ότι οι εκπαιδευτικοί και το σχολείο συγκαλύπτουν κι αδιαφορούν.

Με μια κουβέντα αυτός ο νόμος είναι όλος λάθος! Όχι απλώς δε θα βοηθήσει αλλά θα δημιουργήσει τεράστια θέματα. Καταρχήν  θα λειτουργήσει παραβιαστικά σε εκπαιδευτικούς και μαθητές ενισχύοντας με άλλο τρόπο τον σχολικό εκφοβισμό. Η λογική του είναι η επιτήρηση, ο έλεγχος και η στοχοποίηση. Βασική του σκοπιμότητα του νόμου είναι η όξυνση των σχέσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας, η όξυνση των αναφορών και φυσικά ο αποπροσανατολισμός των μελών της σχολικής κοινότητας από το ίδιο το πρόβλημα και τις πραγματικές τους αιτίες.

 

Συνοψίζοντας, επαναδιατυπώνουμε κάποια βασικά ερωτήματα:

  • Σε τι και γιατί χρειάζεται μια πλατφόρμα καταγγελιών;
  • Γιατί το ΥΠΑΙΘΑ μιλά μόνο για την (δήθεν) αδιαφορία των εκπαιδευτικών;
  • Πώς θωρακίζεται η εκπαιδευτική κοινότητα από τις αβάσιμες και ανθρωποφαγικές κινήσεις στις οποίες θα προβούν πολλοί γονείς, όπως πολύ συχνά έχουμε διαπιστώσει τα τελευταία χρόνια; Ποιοι όροι και ποια όρια τίθενται από την Πολιτεία για την πλευρά των καταγγελλόντων;
  • Πώς το κοινωνικό σώμα χωρίς κανόνες αναβαθμίζεται και αναγορεύεται σε επιτηρητή της εκπαιδευτικής διαδικασίας;
  • Πόσες ακόμη ιεραρχικές δομές θα στηθούν για να κρίνουν, να κατακρίνουν και να τιμωρούν τους εκπαιδευτικούς;
  • Τι συνέπειες θα έχει αυτή η επιλογή για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς;

 

Συνάδελφισσες και συνάδελφοι,

 

Πολλά θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε και πολλά μπορεί να έχουν παραληφθεί για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Το κεντρικό όμως είναι ότι η όλη αυτή διαδικασία όχι μόνο δεν θα βοηθήσει το σχολείο, τους μαθητές και τις οικογένειές τους αλλά θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα σε όλες και όλους. Εμείς από την μεριά μας δεν μπορούμε και δεν πρέπει να αναλάβουμε έναν τέτοιο ρόλο. Το σχολείο και εμείς μέσα σε αυτό έχουμε παιδευτικό ρόλο. Το σχολείο μπορεί και πρέπει να λειτουργεί στα όρια της επιστήμης του και στα όρια των αρμοδιοτήτων και των δυνατοτήτων του. Δεν μπορούμε να δεχθούμε να μετατραπεί το σχολείο ούτε σε ανακριτική αρχή ούτε σε δικαστήριο. Δεν μπορούμε να νομιμοποιήσουμε τη ρουφιανιά, τον κανιβαλισμό και την ανθρωποφαγία που η πλατφόρμα προωθεί και νομιμοποιεί.

Καλούμε τους συναδέλφους/ισσες να μην βιαστούν να αναλάβουν «υπεύθυνοι» σχολικού εκφοβισμού, σύμφωνα με την εγκύκλιο, να γίνει οπωσδήποτε σύλλογος διδασκόντων σχετικά με την εγκύκλιο και να διαβαστεί η ανακοίνωση του σωματείου για ενημέρωση όλων.

 

 

ΓΙΑ ΤΟ ΔΣ

Η πρόεδρος                                      Η γραμματέας

Τάσσου Δήμητρα                                Κάιλα Μυρσίνη

 

ΔΗΛΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

Με την παρούσα δηλώνω ότι δεν επιθυμώ την ανάληψη καθηκόντων του άρθρου 7 του Ν. 5029/2023 ως Υπεύθυνου αποδέκτη αναφορών στη σχολική μονάδα  και επιφυλάσσομαι παντός νόμιμου δικαιώματός μου, διότι: Με την ιδιότητα αυτή συλλέγονται, αποθηκεύονται και τυγχάνουν επεξεργασίας προσωπικά δεδομένα χωρίς την άδεια της δημόσιας αρχής. Επίσης η καταγραφή περιστατικών που χρήσουν περαιτέρω διοικητικής, πειθαρχικής και ποινικής διερεύνησης καθιστούν τον συλλέγοντα εκπαιδευτικό παράγοντα της προανακριτικής διαδικασίας χωρίς να προβλέπεται στο πειθαρχικό ή ποινικό δίκαιο, ιδιότητα που επιφέρει σοβαρές συνέπειες σχετικά με τον τρόπο καταγραφής των περιστατικών. Έτσι καθίσταται ο εκπαιδευτικός περαιτέρω έκθετος για δήθεν πειθαρχικές και ποινικές παραβάσεις ( δυσφήμιση κτλ ).